διοριζομένη

διοριζομένη
διορίζω
draw a boundary through
pres part mp fem nom/voc sg (attic epic ionic)

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Поможем написать курсовую

Look at other dictionaries:

  • Μικρονησία — Νησιωτικό κράτος του δυτικού Ειρηνικού ωκεανού.Η Μ. είναι ομόσπονδο κράτος και διαιρείται διοικητικά σε τέσσερις πολιτείες (σε παρένθεση η τοπική ονομασία): Kουκ, πρώην Τρουκ (Chuuk, πρώην Truk), Κοσράε ή Kουσάιε (Kosrae ή Kosaie), Πόνπεϊ, πρώην… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”